ηλεκτροδυναμικός

ηλεκτροδυναμικός
-ή, -ό
1. αυτός που αναφέρεται στην ηλεκτροδυναμική.
2. το αρσ. ως ουσ., ηλεκτροδυναμικός επιστήμονας ειδικός στην ηλεκτροδυναμική.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”